28.4.10

ΦΛΟΓΕΣ ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ \ ΝΚ_01/03

Mια φωτογραφία του Αρχιτέκτονα Νίκου Κουτάντου
στο Ηράκλειο της Κρήτης,
αφορμή ενός αμφίσημου σχολιασμού
για όσα καίγονται κι όσα φωτίζονται συνάμα…



φωτο. Νίκος Κουτάντος

Κάφτρες πετάγονται από την ξαφνική φωτιά στην παραλιακή λεωφόρο στο Ηράκλειο, εκεί στο παλιό ενετικό λιμάνι. Μαζί πυκνός καπνός σαν παραπέτασμα στο ανήσυχο βλέμμα και τη ματιά του φωτογράφου. Η πυρπολημένη άσφαλτος καίει αχόρταγα τα σκεύη της ανθρώπινης συνθήκης και ένας πίδακας νερού εισχωρεί σαν ηδυπαθές θυσιαστικό έμβολο από το βάθος της εικόνας να σβήσει τις αδηφάγες φλόγες της στιγμής που καίνε λαίμαργα ό,τι βρεθεί στο διάβα τους. Οι πυροσβέστες, σαν τη νυκτερινή περίπολο του Ρέμπραντ [1], σε ένα τελετουργικό εναγκαλισμό με το συμβάν, μάρτυρες ,θεατές και μέτοχοι στο βίωμα και φόντο μαζί στο σκηνικό του ερέβους όπου φαντάζει στιβαρή κι αγέρωχη η φιγούρα του Κούλε, φωτισμένη υπόκωφα από ένα υπόγειο φως που μαρτυρεί αγγίζοντας θωπευτικά την πέτρα, το τελευταίο βήμα των θαλασσινών επάλξεων την ώρα που ξεχύνονται στ΄ αγνάντι του κρητικού πελάγους.

Η «αυλή της Ιστορίας» στοιχειωμένη μέσα στις χαμηλόφωνες σκιές που ιχνογραφούν αδρά τα σύμβολα του Χάνδακα, της χαμένης εσχατιάς της Γαληνοτάτης και μαζί της ίδιας της κρητικής αναγέννησης που την τραγούδησαν με άσματα του έρωντα οι Κορνάροι ποιητές και τη χρωμάτισαν με σκοτεινές παρθένους σαν τη Μεσοπαντίτισσα [2], τα ξακουστά αργαστήρια των εικονοποιών του Κλόντζα και του Δαμασκηνού τότε που λίγο πιο ΄δω από τη σκηνή που αιχμαλώτισε ο φακός, οι μαραγκοί με τις ματσόλες κι οι μαυρισμένοι καλαφάτες έστρωναν το σκαρί μιας γαλέρας που συρμένη στη γλίστρα ενός νεώριου πρόσμενε ούριους ανέμους για να κινήσει πλόες για τη Βενετιά.

Μια φωτογραφία που αποτυπώνει με τρόπο αδρό τα χρώματα της νύχτας και την παθιασμένη αφήγηση της φωτεράδας που πυρπολεί μα και την ίδια στιγμή φωτίζει σαν πυγολαμπίδα. Καρδιόσχημοι προμαχώνες παραπέρα και σώματα με καρδιές που πυρπολούνται από την προσμονή και την αδημονία, στο φέγγος που λιώνει μαζί και συγκερνά το λύχνο που σιγοφωτίζει τις φαρδιές πατούσες της μετζαλούνας του λιμανιού (κατά που έγραφε ο Ελύτης στο ΄Αξιον Εστί [3]) και τις πυρπολημένες έγνοιες και τις ματιές του ορίζουνε τα σώματα. Γλύφοντας τα πάντα με μια σπίθα προσμονής για την επικείμενη ύστερη ανάσα, τότε που όλα ,φωτιές και πάθη ξέπνοα σβήνουνε και όταν περάσουν οι χρόνοι ξαναπαίρνουνε φως και ικμάδα για να ξανανάψουνε πάλι σαν δάδες που σιγοκρατούνε από μέσα στην αέναη διαδοχή αρχής και τέλους, την ύπαρξη, που πολεμά τη ματαιότητα ανάβοντας και καίγοντας και ξαναπλάθοντας το βιος -σαν το ψωμί- με μέλι και με στάχτες..

Ωδή στην εφήμερη αντάρα ενός στιγμιαίου εικαστικού παραληρήματος με τόνους υποκίτρινους και καφετιούς στην ίδια σεκάνς που το διαρκές ,το αιώνιο, το στοίχειωμα των χρόνων, βυθίζεται σε ένα απόκοσμο θαρρείς λυκόφως και μισοφωτισμένο παραδίνεται σε μια κρυφή παράσταση που διαρκεί κι αφήνει το αποτύπωμά της στα βλέμματα της πόλης.

«Φωτιές της ιστορίας». Από τους φακούς του Αρχιμήδη και το υγρό πυρ, στο κάψιμο των μαγισσών, τις νύχτες των κρυστάλλων και τα κρεματόρια του ολοκαυτώματος, το τερατώδες μωρό της Εnola Gay στη Χιροσίμα, τις σαρωτικές ναπάλμ στο Μάι Λάι του Βιετνάμ και τις βόμβες φωσφόρου στη Γάζα, το κάψιμο του όποιου «εχθρού» ποτέ δεν εξημέρωσε ηθικά τον τερατώδη αντίπαλό του. Πάντα απόμεναν στο τέλος τα αποκαϊδια των αθώων να μαρτυρούν τη φρίκη που προκαλεί το «κακό» που γίνεται κοινότοπο [4].

Μια φωτογραφία του Νίκου στο Ηράκλειο, του Δομήνικου και των ατίθασων πριγκίπων με τα κρίνα στο μουσείο της πιο γενναίας χειρονομίας του μεσοπολεμικού οράματος του Πάτροκλου Καραντινού, δίπλα στην οδό της –χρόνιας- πλάνης που παίρνει τα μικρά αισθήματα και τις κρυφές ματιές του πόθου και τα κάνει θεριά που ανήμερα διαβαίνουν τα κατώφλια της πιο απρόσμενης σκόπευσης που πλανεύτρα πυρπολεί και αφυπνίζει τα βλέμματα χτυπώντας σαν βροντή την πόρτα των συναισθημάτων…

Οdyss, 28.04.2010
Σημειώσεις:
1/ Ο πασίγνωστος πίνακας του διάσημου Φλαμανδού ζωγράφου.
2/Η εικόνα με τη μελαμψή Παναγία που μεταφέρθηκε από τους Βενετούς
το 1669 πίσω στην πόλη τους και βρίσκεται σήμερα στην εκκλησία της Santa Maria della Salute.
3/ Μια από τις σπάνιες ποιητικές αναφορές του Οδυσσέα Ελύτη για τον Κούλε στο Ηράκλειο.
4/Χάνα Άρεντ:Η κοινοτοπία του κακού-Η δίκη του 'Αιχμαν στην Ιερουσαλήμ [1962]